Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Rocky Votolato - Television of Saints



Το βαθύ μακροβούτι στην απόλυτη, αναμφισβήτητη κι απύθμενη παρακμή είναι μια από τις εμπειρίες που η πουτάνα η ζωή σπάνια επιτρέπει να απολαύσεις. Κι αυτό επειδή το δίχως πάτο πηγάδι της ξεφτίλας εμπεριέχει κάτι βαθύτατα σουρεαλιστικό, σε βαθμό αποκαρδιωτικό και ξεκαρδιστικό ταυτόχρονα. Κάτι που για να συλλάβεις και να επεξεργαστείς απαιτεί να είσαι ο Δαλάι Λάμα σε επίπεδο συγκέντρωσης και κάποιος μισοανάπηρος/μισότρελος καργιόλης αστροφυσικός σε επίπεδο ευφυίας. Και συνήθως η αιτία της παρακμής σε συνδυασμό με μερικά γαλόνια μπύρα πνίγουν τα δυο άνωθεν χαρακτηριστικά, συμπαρασέρνοντας οποιαδήποτε κριτική ικανότητα, μαζί και την μαγεία της στιγμής.

Σκηνή 1.
Το περιβάλλον : μια ελεεινή κωλότρυπα, ένα (κωλο)μπαρ της χείριστης ώρας. Οι φιγούρες : ανίερες διασταυρώσεις του Πάνθρο (αν δε θυμάσαι δες εδώ) και της Μαρίας Ελένης απο το Κωσταλέξι. Η γκαρσόνα : ενα εικοσικάτι μελαχρινό τσιγγανάκι, που τον κώλο της έχουν χουφτώσει περισσότερα χέρια απ' όσα έχουν ακουμπήσει το κουμπί του καζανακιού μιας δημόσιας τουαλέτας. Πλησιάζει χαμογελώντας και το χαμόγελο της είναι μια ηρωική πράξη αντίστασης στη δικτατορία της συντεχνίας των οδοντιάτρων. Ο διπλανός μου παραγγέλνει ένα ουίσκι με φωνή που παραπέμπει ευθέως στον Κινγκ Κονγκ δηλώνοντας “ 'Ενα ουίσκι”. Απλά, αντρίκια, σταράτα ρε. “Δεν κατάλαβα” απαντάει το κορίτσι, εξακοντίζοντας μια φλογισμένη μολότοφ στα θεμέλια της υποχρεωτικής εννιαετούς σχολικής εκπαίδευσης, αφήνοντας με να αναρωτιέμαι τι στον πούτσο δεν κατάλαβε, γιατί δεν έκανε την αυτονόητη ερώτηση (τι ουίσκι?) κλπ. Η απάντηση διαλύει κάθε σύννεφο αμφιβολίας, όπως τα οχτώ μποφόρ διαλύουν τον καπνό ενός κακοστριμένου τσιγάρου. “Ένα οΥΊισκΙιι”, κι ακόμα και τώρα αναρωτιέμαι πόσα γιώτα έχει το ουίσκι που ζήτησε και ποιο απ' όλα αυτα τα γιώτα τόνισε ο νεοέλλην Κινγκ Κονγκ.

Σκηνή 2.
Ο τύπος πίνει το οΥΊισκΙιι του πλησιάζοντας το προσωπό του στο ποτήρι, παρακάμπτοντας τη κοινή λογική που επιτάσει τον Μωάμεθ να πηγαίνει στο βουνό. Αναρωτιέμαι αν σπίτι του για να πιει νερό δεν χρησιμοποιεί ποτήρια αλλά 2-3 κουβάδες, τοποθετημένους σε στρατηγικά σημεία. Όταν τα μάτια του αναδύονται από τον πάτο του ποτηριού, όλα ξεκαθαρίζουν. Τα χείλη του ακόμα κολλημένα στο οΥΊισκΙιι, το κεφάλι του σκυφτό και στα μάτια του το βλέμμα του λύκου. Περιλαμβάνει όλη τη βρωμιά ενός γρήγορου γαμησιού, όλη την απογοήτευση της απόρριψης, όλη την αυταρέσκεια της εκσπερμάτωσης και όλη την αυτοϋποτίμηση της μαλακίας. Το κορίτσι της πάνω παραγράφου τσίμπησε, σε δευτερόλεπτα τσιφτετελίζοντα χέρια κουνιούνται στον αέρα εκατέρωθεν, η μαγεία του φλέρτ, προφανώς εντελώς διαφορετική για τον καθένα (μας). Δε ξέρω αν τον συμπαθώ που είναι καλό παιδί, αν τον σιχαίνομαι που είναι γλοιώδης, αν τον λυπάμαι που είναι ηλίθιος, αλλά ξέρω πως εύχομαι το ξημέρωμα, μετά απο πολλά οΥΊισκΙιια, να γαμάει το μικρό κι οχι να τον παίζει. Αν κι αμφιβάλλω.

Σκηνή 3.
Εγώ. Αναρωτιέμαι αν φαίνομαι εντελώς γαμάτος και cool ή εντελώς μαλάκας. Προφανώς όλοι ξέρουμε την απάντηση (χαχα.) αλλά κάθε τόσο κοιτάζω έξω, το μπαράκι στην απέναντι άκρη του δρόμου, στο οποίο έχω πιεί πολλές ωραίες μπύρες με πολύ ωραίο κόσμο και πολύ καλή μουσική. Νιώθω σαν βουδιστής μοναχός που αυτομαστιγώνεται, ένοχος με μια μεζούρα ντροπής. Η μπαργούμαν, μια φοιτήτρια που αγγίζει τα όρια του φυσιολογικού με ρωτάει αν βαριέμαι, όχι φυσικά απαντάω πως σου ήρθε κάτι τέτοιο. Θα πληρώσω γρήγορα, θα φύγω και περπατώντας προς το σπίτι σιγοτραγουδάω το ομώνυμο από το Television of Saints του Rocky Votolato και το ερώτημα τώρα μετετρέπεται σε εντελώς γαμάτος ή εντελώς τρελός. Στα αρχίδια μου, φυσικά.

Α, ναι ο Rocky Votolato για αυτόν θα έγραφα και καλά. Έβγαλε το δισκάκι μόνος του, χωρίς εταιρίες και αρχίδια-μύδια (ζήτω το κίνημα της πατάτας) αλλά χρηματοδότηση από backers, τους φανς του δηλαδή, αν προλάβαινα θα έδινα κι εγώ κάτι. Ξέρει να γράφει τραγούδια, όμορφες και ειλικρινείς μελωδίες, ευθείς στίχους. Φτάνει και περισσεύει. Αυτά.

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Elliott Brood - Days Into Years


Σκατά.
Πως σκατά τα κατάφερα να καταλήξω εδώ? Άναψε το γαμημένο το λαμπάκι? Από που κι ως που ρε γαμώτο? Πριν ξεκινήσω ήμουν σίγουρος πως έφτανε για να πάω και να έρθω, πως είναι δυνατόν να έχει ανάψει το μπάσταρδο ΤΩΡΑ (νύχτα), ΕΔΩ (που στον πούτσο είμαι ρε)?

Ακόμα θυμάμαι σαν τώρα που το γέμισα (φούλάρε το) γεμάτος αυτοπεποιήθηση (ναι, κατοστάρα), έτοιμος να φτάσω όχι μόνο ένα κωλογεωγραφικό διαμέρισμα παραδίπλα, αλλά στην προσωπική μου, στην πουτάνα την Ιθάκη μου. Και να γυρίσω αν δε μου αρέσει. Θυμάμαι το μειδίαμα του βενζινά όταν είδε με λιγούρα το κολαριστό κατοστάρικο, τα δόντια που του έλειπαν, τη γαμάτη ατάκα που πέταξα για το τοπίο - δεν κατάλαβε χριστό και με κοίταξε σαν καθυστερημένος, το μαλακισμένο αστείο που είπε για τους πακιστανούς, την παγωμάρα του όταν είδε πως δε γελάω με μαλακίες. Κι άδειασε κιόλας?

Δεν έχω ξαναδεί αναμένο λαμπάκι στο ταμπλό, κι αν και ξέρω ότι μπορείς να κάνεις μερικά χιλιόμετρα δεν νιώθω καμία σιγουριά. Κυρίως επειδή το μερικά παίζει μεταξύ του αριθμού 30 και του ξέρω γω 5 ας πούμε. Κι ακόμα πιο κυρίως επειδή δεν ξέρω που (στον πούτσο) είμαι και πως θα φύγω απο εδώ, επειδή κάνει σκατόκρυο, επειδή τα πιο φιλόξενα πλάσματα σε ακτινα 5-30 χιλιομέτρων περπατάνε στα τέσσερα, γρυλίζουν και τρέφονται με ωμό κρέας. Ναι, είναι το γαμημένο το ταξίδι άλλωστε κι όχι ο προορισμός, ακόμα κι αν δε φτάσεις ποτέ.

Εύχομαι να βρώ μπροστά μου τη μεγαλύτερη κατηφόρα του κόσμου, να το βάλω στο ρελαντί κι απλά να τσουλήσει μέχρι να φτάσω σε κάτι που να μοιάζει με οργανωμένη κοινωνία. Αλλά μπροστά μου βλέπω μόνο ανηφόρα, που χάνεται στην ομίχλη, που σκατά πάω ρε στο Έβερεστ? Και το λαμπάκι εκεί, να αναβοσβήνει χαιρέκακα, παρόλο που πάντα το φρόντιζα με τον καλύτερο τρόπο, κι οι Elliott Brood να σιγοψέλνουν πως έρχεται το τέλος και να ταυτίζομαι απόλυτα παρόλο που ξέρω πως δε μιλούν για βενζίνη.

Σκέφτομαι το πρόσωπο του κολλητού μου, να τον παρακαλάω μέσω iPhone (αυτός έχει, όχι εγώ) για ένα μπιτόνι βενζίνΑ. Να υπολογίζει παραλλήλους και μεσημβρινούς, ένας οδικός Καββαδίας. Θα ήθελες μαλάκα, χασκογελάει ειρωνικά μια ανώτερη ύπαρξη δικτύων. Out of network. Φυσικά, τι άλλο θα μπορούσε γαμώ τις κυψέλες τους και γαμώ την 99,8% κάλυψη τους. Ναι ρε παπάρες είμαι στο 0,2% υπάρχει πρόβλημα?

Κοιτάω με αγωνία τα αποθέματα μου. Μισό μπουκάλι νερό, μισή σοκολάτα, 7 (εφτά) τσιγάρα. Αν είχα μόνο και μια μπύρα. Ο ΜακΓκάιβερ ξυπνάει μέσα μου. Θα φάω τη σοκολάτα, θα καπνίσω καναδυό και θα πιώ το νερό. Και μετά θα κατουρήσω. Στο ντεπόζιτο. Κάτι άζωτα και άνθρακες δεν κατουράμε? Ορίστε , φουλ οικολογία, ανακύκλωση στα καλύτερα της. Ευχαριστώ τον Θεό για ακόμη μια φορά που δεν με έκανε γυναίκα, εκεί ίσως να είχα πρόβλημα. Κι αν υπάρχει κάποιος τόσο μόγγολος που παρακολουθεί μέσω Google Earth τη μέση του πουθενά και χάσκει έκπληκτος, να πάρει τα αρχίδια μου, δεν έχω ούτε χρόνο ούτε διάθεση ούτε τρόπο να του εξηγήσω. Είμαι ο ΜακΓκάιβερ άλλωστε και δεν χρειάζεται να εξηγούμαι σε κανέναν.

Τώρα που το ξανασκέφτομαι και να ξεμείνω εδώ χέστηκα κιόλας. Είμαι κοπρόσκυλο, ξέρω και να γλείφω και να δαγκώνω.

Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

Dog on wheels


Περιμένω. Στο αυτοκίνητο. Συνήθως οδηγώ, αλλά σήμερα περιμένω. Συνήθως το cd παίζει άγνωστα τραγούδια από κάτι συλλογές στις οποίες αναζητώ τη χαμένη μελωδία από το παρελθόν που σχεδόν έχω ξεχάσει κι από το μέλλον που δεν μπορώ να φανταστώ. Σήμερα είναι αλλιώς. Όλα τα τραγούδια είναι παλιά, τα προσωπικα μου smash hitς της τελευταίας δεκαετίας. Και δεν οδηγώ όπως συνήθως αλλά περιμένω.

Bright eyes – A new arrangement (live on Gbg)
Τότε. Δημιουργός που ήθελες να 1.κεράσεις ένα ποτό 2. αγκαλιάσεις, 3. τον φτύσεις 4. σαπίσεις στο ξύλο, όλα την ίδια στιγμή. Επειδή σου θύμιζε τον εαυτό σου. Τώρα. Σου έχει μείνει το 3 και το 4. Ήταν άραγε η κατάθλιψη που τον είχε κάνει αρχηγό τότε ή η επιτυχία τον έκανε μαλάκα τώρα? Έχει κάνει η ψυχιατρική άλματα προόδου ή η επιτυχία..οκ η επιτυχία ήταν, είναι και θα είναι μαλακία.
Άναψα ένα τσιγάρο. Παρκαρισμένος, περιμένω και παρατηρώ. Από πίσω μου πέρασε ένα άλογο. Που διάολο είμαι? Σε ποιο κωλομέρος μπορεί να περάσει δίπλα σου ένα άλογο ενώ είσαι παρκαρισμένος σε Yaris (κι όχι σε αγροτικό) και περιμένεις άνθρωπο (κι όχι θεριζοαλωνιστική)? Πάλι καλά που δεν μου την έπεσε καμιά αγέλη απο κογιότ.

Belle and sebastastian – Dog on wheels
Η Σκωτία πολλές φορές με έχει απασχολήσει και με έχει προβληματίσει. Εκεί όλοι πρέπει να παίζουν γαμάτη μουσική (Belle, Arab strap και δε συμαζεύεται), γαμάτη μπάλα (Falkirk ΡΕ!) και γενικά να είναι γαμάτοι τύποι. Δεν έχω πάει ποτέ και φοβάμαι πως αν πάω και δω πως είναι ένα ακόμα σκατομέρος με τόση υγρασία που κυκλοφορούν στο δρόμο αδέσποτα ψάρια ανάμεσα στα αδέσποτα σκυλιά, δε θα μπορέσω να ακούσω σκωτσέζικο τραγούδι ποτέ ξανά. Δε θα το αντέξω.

Will Oldham - Dreaming my dreams
Άναψα κι άλλο τσιγάρο. Το ίδιο και ο 55άρης καραφλοχαιτάς στο διπλανό Opel Ascona. Αυτό είναι όχημα, μου ρίχνει και καναδυό χρονάκια. Ρουφάει μια τζούρα. Ρουφάω κι εγώ. Τον έχω. Βγάζει ενα καραφάκι τσίπουρο και κατεβάζει μια γενναία γουλιά. Με γάμησε, δεν έχω ποτό στο αυτοκίνητο. Ανοίγει την πόρτα ΤΗΣ AsconaΣ και κατευθύνεται σπίτι του. Θριαμβευτής. Σκέφτομαι αν δε μπορεί να διασχίσει την 20μετρη διαδρομή χωρίς τσίπουρο ή αν απλά είχε πει στη γυναίκα του πως θα πάει με τα παιδιά για τσίπουρα ενώ πήγε να γαμήσει το χοντρό 50χρονο μπάζο από τη Βουλγαρία, που τον φωνάζει "αγκάπη μου", που του τρώει τα λεφτά. Που δεν έχει.

Dubrovniks – Christine.
Οκ.. Έβαλα μπροστά.