Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Elliott Brood - Days Into Years


Σκατά.
Πως σκατά τα κατάφερα να καταλήξω εδώ? Άναψε το γαμημένο το λαμπάκι? Από που κι ως που ρε γαμώτο? Πριν ξεκινήσω ήμουν σίγουρος πως έφτανε για να πάω και να έρθω, πως είναι δυνατόν να έχει ανάψει το μπάσταρδο ΤΩΡΑ (νύχτα), ΕΔΩ (που στον πούτσο είμαι ρε)?

Ακόμα θυμάμαι σαν τώρα που το γέμισα (φούλάρε το) γεμάτος αυτοπεποιήθηση (ναι, κατοστάρα), έτοιμος να φτάσω όχι μόνο ένα κωλογεωγραφικό διαμέρισμα παραδίπλα, αλλά στην προσωπική μου, στην πουτάνα την Ιθάκη μου. Και να γυρίσω αν δε μου αρέσει. Θυμάμαι το μειδίαμα του βενζινά όταν είδε με λιγούρα το κολαριστό κατοστάρικο, τα δόντια που του έλειπαν, τη γαμάτη ατάκα που πέταξα για το τοπίο - δεν κατάλαβε χριστό και με κοίταξε σαν καθυστερημένος, το μαλακισμένο αστείο που είπε για τους πακιστανούς, την παγωμάρα του όταν είδε πως δε γελάω με μαλακίες. Κι άδειασε κιόλας?

Δεν έχω ξαναδεί αναμένο λαμπάκι στο ταμπλό, κι αν και ξέρω ότι μπορείς να κάνεις μερικά χιλιόμετρα δεν νιώθω καμία σιγουριά. Κυρίως επειδή το μερικά παίζει μεταξύ του αριθμού 30 και του ξέρω γω 5 ας πούμε. Κι ακόμα πιο κυρίως επειδή δεν ξέρω που (στον πούτσο) είμαι και πως θα φύγω απο εδώ, επειδή κάνει σκατόκρυο, επειδή τα πιο φιλόξενα πλάσματα σε ακτινα 5-30 χιλιομέτρων περπατάνε στα τέσσερα, γρυλίζουν και τρέφονται με ωμό κρέας. Ναι, είναι το γαμημένο το ταξίδι άλλωστε κι όχι ο προορισμός, ακόμα κι αν δε φτάσεις ποτέ.

Εύχομαι να βρώ μπροστά μου τη μεγαλύτερη κατηφόρα του κόσμου, να το βάλω στο ρελαντί κι απλά να τσουλήσει μέχρι να φτάσω σε κάτι που να μοιάζει με οργανωμένη κοινωνία. Αλλά μπροστά μου βλέπω μόνο ανηφόρα, που χάνεται στην ομίχλη, που σκατά πάω ρε στο Έβερεστ? Και το λαμπάκι εκεί, να αναβοσβήνει χαιρέκακα, παρόλο που πάντα το φρόντιζα με τον καλύτερο τρόπο, κι οι Elliott Brood να σιγοψέλνουν πως έρχεται το τέλος και να ταυτίζομαι απόλυτα παρόλο που ξέρω πως δε μιλούν για βενζίνη.

Σκέφτομαι το πρόσωπο του κολλητού μου, να τον παρακαλάω μέσω iPhone (αυτός έχει, όχι εγώ) για ένα μπιτόνι βενζίνΑ. Να υπολογίζει παραλλήλους και μεσημβρινούς, ένας οδικός Καββαδίας. Θα ήθελες μαλάκα, χασκογελάει ειρωνικά μια ανώτερη ύπαρξη δικτύων. Out of network. Φυσικά, τι άλλο θα μπορούσε γαμώ τις κυψέλες τους και γαμώ την 99,8% κάλυψη τους. Ναι ρε παπάρες είμαι στο 0,2% υπάρχει πρόβλημα?

Κοιτάω με αγωνία τα αποθέματα μου. Μισό μπουκάλι νερό, μισή σοκολάτα, 7 (εφτά) τσιγάρα. Αν είχα μόνο και μια μπύρα. Ο ΜακΓκάιβερ ξυπνάει μέσα μου. Θα φάω τη σοκολάτα, θα καπνίσω καναδυό και θα πιώ το νερό. Και μετά θα κατουρήσω. Στο ντεπόζιτο. Κάτι άζωτα και άνθρακες δεν κατουράμε? Ορίστε , φουλ οικολογία, ανακύκλωση στα καλύτερα της. Ευχαριστώ τον Θεό για ακόμη μια φορά που δεν με έκανε γυναίκα, εκεί ίσως να είχα πρόβλημα. Κι αν υπάρχει κάποιος τόσο μόγγολος που παρακολουθεί μέσω Google Earth τη μέση του πουθενά και χάσκει έκπληκτος, να πάρει τα αρχίδια μου, δεν έχω ούτε χρόνο ούτε διάθεση ούτε τρόπο να του εξηγήσω. Είμαι ο ΜακΓκάιβερ άλλωστε και δεν χρειάζεται να εξηγούμαι σε κανέναν.

Τώρα που το ξανασκέφτομαι και να ξεμείνω εδώ χέστηκα κιόλας. Είμαι κοπρόσκυλο, ξέρω και να γλείφω και να δαγκώνω.

3 σχόλια:

  1. Μια εξυπνακίστικη παρατήρηση για επόμενες ανάλογες φάσεις:
    Αν πράγματι σταθείς τόσο τυχερός ώστε να συναντήσεις τη μεγαλύτερη κατηφόρα σε μια περίσταση σαν κι αυτή που περιγράφεις, μη βάλεις νεκρά. Βάλε ταχύτητα (τετάρτη, πέμπτη) στο κιβώτιο κι ασε να ρολάρει έτσι, με κλειστές βαλβίδες, ωστε να μην ξοδεύεται καύσιμο. Αν βέβαια η κατηφόρα δεν είναι τόσο απότομη, με αποτέλεσμα να σου μειώνεται η ταχύτητα του οχήματος, τότε ναι, βάλε νεκρά κι άσ'το αναγκαστικά στο ρελαντί να κυλήσει. Είναι και πιο επικίνδυνο έτσι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Mezcalin εντυπωσιάζομαι απο τις μηχανολογικές σου γνώσεις (οι βαλβίδες κλείνουν με μεντεσέδες?) αλλά δεν περίμενα τίποτα λιγότερο από ένα δεινό αναβάτη σαν του λόγου σου. Αλλά αναρωτιέμαι ποιό είναι το ψυχικό ανάλογο των κλειστών βαλβίδων, γιατί περί αυτού γίνεται λόγος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή