Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

St Thomas

Είναι γεγονός πως ζούμε σε ένα κόσμο που ο καθένας ανοίγει το κουτάκι που πετάει μαλακίες και ταυτόχρονα νιώθει πως μόλις ξεστόμισε κάτι πολύ σημαντικό. Κι ακόμα χειρότερα, γύρω του υπάρχει ένας σωρός από ακόμα χειρότερους μαλάκες που χαίρονται με την κάθε μαλακία. Είναι απίστευτο και κάθε φορά που το βλέπω χάνω τα λόγια μου, βραχυκυκλώνω, και να τη πετάξω κι εγώ την τιτάνια μαλακία μου, νιώθω και λίγο ξέμπαρκος, να μην πω ξένος. Αλλά αυτός ειναι ο κόσμος τελικά, γεμάτος φιλοσόφους της ζαρωμένης πούτσας με μούσια και -my ass- αινιγματικά χαμόγελα, μίντια λιγότερα σημαντικά μιας τυχαίας τρίχας του αριστερού αρχιδιού ενός ελεγκτή των ΚΤΕΛ και φυσικά τα ανάλογα ακροατήρια, μυαλά-κουράδες φρεσκοχεσμένες κι αχνιστές.

Αυτός είναι ο γαμημένος ο κόσμος, γαμώ οτι ιερό κι όσιο έχει.

Και σε αυτόν τον κόσμο εγώ, ο τελευταίος μαλάκας του Γ΄ επιπέδου πεζοδρομίου, περίμενα ο Saint Thomas να έχει καλύτερη τύχη. Που τον θυμήθηκα, σε λίγο κλείνει 10 χρόνια πεθαμένος. Αλλά ακούω τους δίσκους του συνέχεια τις τελευταίες μέρες και στην πραγματικότητα ποτέ δεν σταμάτησα να τους ακούω. Επειδή αγαπητέ αναγνώστη αν, ενώ ακούω το Mysterious Walks, πετάξω τα ακουστικά μου κι αρχίζω να φωνάζω σε περαστικούς “ρε μαλάκες ο κόσμος έχασε τον Saint Thomas” θα με πουν φυσικά εντελώς τρελό. Κι ακόμα παραπέρα, αν ακούσουν κι αυτοί το Mysterious Walks θα με περάσουν για εντελώς μαλάκα (αυτό το δίπολο με απασχολεί συχνά πυκνά, κακώς). Κι αυτό για τον κόσμο είναι η χειρότερη βρισιά που μπορώ να σκεφτώ, κι ας του έχω γαμήσει κάθε ιερό και όσιο μερικές αράδες παραπάνω.

Επειδή ο κόσμος του Saint Thomas εκτός από μεγάλους ελέφαντες (που είναι και το σύνηθες στον γαμημένο μας κόσμο) περιλαμβάνει και μικρούς ελέφαντες που διανύουν μεγάλες αποστάσεις. Καθώς και ομπρέλες που χορεύουν. Όπως κι δικός μου κόσμος περιλαμβάνει κουνέλια που αυτοκτονούν. Κι αν αυτά δεν ακούγονται και πολύ φυσιολογικά, στην πραγματικότητα είναι.

Και θα μου πείτε πως απλά ταυτίζομαι. Αλλά δε θα μπορούσα ποτέ να είμαι ο Saint Thomas, δεν είμαι ούτε κατά διάνοια τόσο σπουδαίος. Στην καλύτερη είμαι ενα τραγούδι του. Θα μου πείτε πως ότι λέω είναι ένα μάτσο πίπες, συσκευασμένες σε φανταχτερό περιτύλιγμα. Το ακούω συχνά τελευταία (μαζί με τους δίσκους του Saint Thomas). Όμως αγαπητέ αναγνώστη, αν υπάρχεις, ο Saint Thomas δεν ήταν ένας από εμάς. Δεν ήταν ένας γελοίος ατάλαντος της σειράς που ψάχνει καλοφτιαγμένα μουσικά όργανα ώστε να καλύπτει τα δημιουργικά κενά, που φυσικά δεν είχε. Δεν κοίταζε αιωνίως τα πετάλια του μπας και φτιάξει τον απόλυτο ήχο που θα παίρνει κεφάλια. Αντί για όλα αυτά έγραφε το I m coming Home #2 με κιθάρα αναξιοπρεπή σαν βαρέλι με χορδές, με την παρέα του να κοροϊδεύει στο τέλος του κομματιού ένα από τα ομορφότερα φινάλε που έχεις ακούσει ποτέ. Αυτό ναι, όντως παίρνει κεφάλια. Παίρνει χέρια, πόδια και ψυχές. Και σε τσακίζει, σε σακατεύει, ώστε αφού τελειώσει μαζί σου να σε αφήσει πιο δυνατό και πιο όμορφο απ' οτι έχεις υπάρξει ή θα υπάρξεις ποτέ. Αν το αντέχεις, όπως κάθε τι μεγαλύτερο σου.

Ο Saint Thomas γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια χώρα που κάθε βράδυ γελοίοι τύποι (όπως αυτοί) βγαίνουν παγανιά και καίνε μερικές εκκλησίες που στέκονταν μερικούς αιώνες. Αλλά οι τελευταίοι, όπως κι εμείς όλοι, είμαστε χέστες. Τυχάρπαστοι, αδούλευτοι, μοσχάρια που σε μια υπερυψωμένη σκηνή μιας συναυλίας ή μιας ζωής, γουστάρουν που οι από κάτω μαλάκες τους αποθεώνουν για το πόσο γρήγορα παίζουν. Ψεύτικοι και κυρίως δειλοί μέχρι το μεδούλι. Δειλοί, όπως όλοι μας.

Επειδή απαιτείται τεράστια γενναιότητα για να μπορείς να κοιτάξεις στα μάτια τον γαμημένο κόσμο μας με την ειλικρίνεια του Thomas Hansen. Κι εσύ Thomas, που είσαι ο καλύτερος όλων μας, δεν το άντεξες. Πόσο μάλλον εμείς.

Κι η γη συνεχίζει να γυρίζει εδώ και δέκα χρόνια χωρίς εσένα πάνω της, Thomas. Και καθε φορά που θα ακούω τα τραγούδια σου και βλέπω αυτό το βίντεο θα σκέφτομαι τι χάσαμε. Τι στον πούτσο χάσαμε ρε. Κι ούτε καν το ξέρουμε.